
1. Ιάκωβος Τσακαλίδης (2000-2007)
Ο θηριώδης Ελληνογεωργιανός center (2.20 m, 130 kg) ήταν ο πρώτος Έλληνας που πέρασε το κατώφλι του ΝΒΑ. Επελέγη το 2000 στο νούμερο 25 του draft από τους Phoenix Suns, όπου και αγωνίστηκε μέχρι το 2003. Εν συνεχεία, πήγε στους Memphis Grizzlies, όπου έμεινε μέχρι το 2007 όταν και στα πλαίσια μιας ανταλλαγής κατέληξε στο Houston και τους Rockets.


Έφυγε από το ΝΒΑ το 2007 ύστερα από ατυχή έμπνευση του Ολυμπιακού, ο οποίος τον ενέταξε στο δυναμικό του. Αποχώρησε εσπευσμένα ένα χρόνο μετά και σήμερα η τύχη του αγνοείται (αγωνιστικά πάντα). Κατά τη γνώμη μου, ο Jake ουδέποτε είχε σχέση με το μπάσκετ και για αυτό το λόγο δεν έκανε ποτέ εντύπωση στο ΝΒΑ. Δεν αμφιβάλλω ότι δούλεψε ώστε να μείνει τόσα χρόνια στην Αμερική, όμως η έλλειψη ταλέντου ήταν προφανής (για να μην πω πρωτοφανής) και εύλογα αποχώρησε. Το μόνο που έχει μείνει να κοσμεί το χώρο του ΝΒΑ από το Jake είναι η πολύ αστεία σκηνή που ο Chris Webber (ένας από τους πιο χαρισματικούς ψηλούς-πασέρ τα τελευταία χρόνια) τον αφήνει άγαλμα σε μια εξεζητημένη πάσα του (no 3 στα top plays του C-Webb σύμφωνα με αυτό το video).
2. Αντώνης Φώτσης (2001-2002)


Οι Grizzlies φαίνεται ότι είδαν στο πρόσωπο του Φώτση έναν εξελίξιμο, versatile, αθλητικό, σύγχρονο με λίγα λόγια power forward. Τα προσόντα του εκτιμήθηκαν καθώς και το ακατέργαστο ταλέντο του. Παρακολουθώντας τις ικανότητές του στο z-graph, βλέπουμε τη δυνατότητα ανέλιξης που είχε ο Αντώνης αν δούλευε λίγο παραπάνω και είχε υπομονή ώστε να ολοκλήρωνε το παιχνίδι του και να διεκδικούσε μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής στην ομάδα του Memphis. Αντ' αυτού, προτίμησε να συμβιβαστεί με την αποτυχία και την εύκολη λύση της Ευρώπης. Έτσι επέστρεψε στον Παναθηναϊκό το 2002 και η συνέχειά του είναι γνωστή (Real Madrid, Dynamo Moscow και πάλι Παναθηναϊκός).
3. Ευθύμης Ρεντζιάς (2002-2003)
Ο Ρεντζιάς επελέγη στο νούμερο 23 (το υψηλότερο ever για Έλληνα παίχτη) το 1996 από τους Denver Nuggets. Αποφάσισε, ωστόσο να μη δοκιμάσει αμέσως την τύχη του στο ΝΒΑ. Συνέχισε στον ΠΑΟΚ (ο οποίος εκείνη τη χρονιά είχε και τον Predrag Stojakovic στο νούμερο 14 του draft) και μετά στην Barcelona όπου κατέκτησε 2 πρωταθλήματα Ισπανίας και ένα κύπελλο Κόρατς. Η παρουσία του στην ισπανική λίγκα εκτιμήθηκε από τους ιθύνοντες των Philadelphia 76ers, οι οποίοι τον κάλεσαν το 2002 να παίξει σε αυτούς. Ο Ευθύμης ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά τους και βρέθηκε στην ίδια ομάδα με παίχτες με πλούσιο ταλέντο, όπως ο Allen Iverson, o Keith Van Horn, o Derrick Coleman.


Αν κοιτάξετε, ωστόσο τα στατιστικά του ανά 36 mins, τα οποία πρακτικά καταδεικνύουν πώς θα τα πήγαινε ένας παίχτης αναλογικά με περισσότερο χρόνο συμμετοχής, τότε θα δείτε ότι ο Ευθύμης ήταν ο 4ος καλύτερος παίχτης των 76ers. Αυτό φυσικά, δεν πρέπει να εκτιμηθεί υπερβολικά καθώς το μόνο που αποδεικνύει είναι ότι Ρεντζιάς μπορεί να τα είχε πάει καλύτερα αν είχε λίγο παραπάνω χρόνο συμμετοχής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα μπορούσε να ηγηθεί μιας ομάδας στο ΝΒΑ, ούτε καν να αποτελεί βασικό της μέλος από τη rookie του χρονιά. Μετά από ένα χρόνο παραμονής στη Philadelphia, ο Ευθύμης πήρε το δρόμο του γυρισμού στην Ευρώπη και την Ούλκερ. Προσωπική μου κρίση είναι ότι και αυτός θα έπρεπε να μείνει και να δουλέψει, να υπομείνει τη δεδομένη "κακομεταχείρηση" των rookies (ειδικά των international), να εκμεταλλευτεί περισσότερο το mid-range σουτ καθώς και το τρίποντο που διέθετε και να εμφανιστεί πιο δυνατός την επόμενη χρονιά έτσι ώστε να έχει μεγαλύτερο ρόλο στην ομάδα. Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι ο Ρεντζιάς ήταν παρών, ως αθλητής, στο τελευταίο παιχνίδι του Michael Jordan στο ΝΒΑ.
4. Ανδρέας Γλυνιαδάκης (2006-2007)
O Ανδρέας Γλυνιαδάκης είναι ίσως ο πιο αξιέπαινος από όλους τους Έλληνες αυτής της λίστας καθώς κυνήγησε περισσότερο από κάθε άλλον το Αμερικανικό όνειρό του. Συγκεκριμένα, αφού είχε αγωνιστεί σε Παναθηναϊκό, Πανελλήνιο και Περιστέρι αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη του στην Αμερική. Επελέγη στο νούμερο 58 του draft του 2003 από τους Detroit Pistons. Έμεινε 2 χρόνια στην Ελλάδα και την ΑΕΚ και το 2005 αναχωρεί για τις ΗΠΑ. Εκεί δε βρίσκει ρόλο στο ΝΒΑ και έτσι αγωνίζεται στους Roanoke Dazzle, μια ομάδα του D-League. Το 2006 συμμετείχε στο preseason με τους Αtlanta Hawks αλλά λίγες μέρες πριν την έναρξη της σεζόν κόβεται από την ομάδα. Δεν το βάζει κάτω. Ξαναπηγαίνει στο D-League και τους Albuquerque Thunderbirds και κατακτά το πρωτάθλημα το 2006. Αυτή του η διάκριση τού εξασφαλίζει μια θέση στους Seattle Supersonics στους οποίους παίζει για 13 παιχνίδια χωρίς να καταφέρει κάτι ιδιαίτερο.

5. Βασίλης Σπανούλης (2006-2007)
O V-Span είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση αποτυχημένου Έλληνα στο ΝΒΑ και ο κυριότερος λόγος για τον οποίο πυροδοτήθηκαν όλες οι παραπάνω θεωρίες που αναφέραμε στον πρόλογο. Έφυγε το 2006 από τον Παναθηναϊκό μετά από εκπληκτικές εμφανίσεις με προορισμό του το καλύτερο πρωτάθλημα μπάσκετ του κόσμου. Επελέγη στο νούμερο 50 από τους Dallas Mavericks και έγινε trade με συνοπτικές διαδικασίες στους Houston Rockets των πολυδιαφημισμένων Tracy McGrady και Yao Ming. Οι Rockets, μάλιστα, πλήρωσαν το buy-out του παίχτη στον Παναθηναϊκό, γεγονός που δείχνει ότι τον ήθελαν πραγματικά στην ομάδα τους. Ο Kill Bill άφησε την Ελλάδα με πολλά όνειρα και γεμίζοντας αισιοδοξία κάθε Έλληνα μπασκετόφιλο ότι βρέθηκε επιτέλους και ο δικός μας πρωταγωνιστής στο ΝΒΑ. Έμοιαζε να ταιριάζει κουτί εκεί αφού ήταν θρασύς, διεισδυτικός, με αξιοπρεπές ευρωπαϊκό outside shot και υπό προϋποθέσεις μπορούσε να φτιάξει και παιχνίδι όταν το απαιτούσε η κατάσταση. Όλα έμοιαζαν ιδανικά για την εξέλιξή του. Τα πρώτα σύννεφα, όμως, δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Ο Σπανούλης δεν είχε όσο χρόνο θα ήθελε από τον Jeff Van Gundy, χρησιμοποιούταν κυρίως είτε ως play-maker είτε σε catch n' shoot situations, ικανότητα την οποία δε διέθετε στο ρεπερτόριό του. Μετά τις πρώτες κακές παρουσίες του στον αγωνιστικό χώρο, περιθωριοποιήθηκε ελαφρώς από τον προπονητή του, ο οποίος κακά τα ψέμματα είναι λίγο ιδιόρρυθμος και δεν τείνει να εμπιστεύεται international παίχτες, πόσω μάλλον όταν αυτοί είναι rookies. Ο Σπανούλης, ωστόσο, αντί να βάλει το κεφάλι κάτω και να δουλέψει περισσότερο στα πολλά λάθη που έκανε για το χρόνο συμμετοχής του και στα τραγικά ποσοστά του στις προσπάθειες και ιδιαίτερα στα τρίποντα (17,2% !) προτίμησε να ακολουθήσει το δρόμο της γκρίνιας. Φέρεται μάλιστα να είπε στον προπονητή του ότι αυτός είναι ο Έλληνας McGrady, ξεχνώντας μάλλον ότι ο αυθεντικός T-Mac ήταν εν προκειμένω συμπαίκτης του. Μετά τη σύγκρουσή του με τον προπονητή και ενώ οι επιδόσεις του χειροτέρευαν, ο Σπανούλης δεν άντεξε την πίεση του ΝΒΑ και προτίμησε να επιστρέψει στα "εύκολα" και γνωστά δηλαδή τον Παναθηναϊκό. Έκανε αγώνα μάλιστα για να φύγει από το ΝΒΑ και να επιστρέψει στους πράσινους ένα χρόνο μετά. Εγώ έχω να πω μόνο ότι σέβομαι το V-Span για το γεγονός ότι αρχικά θυσίασε τα περισσότερα λεφτά του Παναθηναϊκού για την ευκαιρία του ΝΒΑ. Από εκεί και ύστερα όμως θα έπρεπε να γνωρίζει ότι κανένας παίχτης από την Ευρώπη δεν έπαιξε καλά στην 1η του σεζόν στο ΝΒΑ, ούτε ο Pau Gasol, ούτε ο Dirk Nowitzki, ούτε καν ο αείμνηστος Drazen Petrovic. Κοιτάξτε όμως που φτάσανε τώρα αυτοί, με πολλή δουλειά, άπειρες ώρες γυμναστηρίου και προπόνησης και αποφεύγοντας προκλητικές δηλώσεις και συγκρούσεις. Ακούστε όμως και την άποψη του Bill Worell, σχολιαστή του FSN, και του πασίγνωστου Hall of Famer Clyde Drexler για τον Σπανούλη.
Θα ακούσατε, με περίσσια έκπληξη πιστεύω, αυτόν το θρύλο του μπάσκετ να μην αμφιβάλλει ότι μια μέρα ο Σπανούλης θα είναι ένας NBA All-Star. Αναμφισβήτητα, αυτή αποτελούσε μια ριψοκίνδυνη πρόβλεψη από τον Clyde "The Glide". Είναι ενδεικτική, ωστόσο, της εμπιστοσύνης που είχαν στο πρόσωπο του Έλληνα άσου οι Αμερικανοί. Αυτός, ωστόσο, αντί να δουλέψει σκληρά και να γίνει κορυφαίος παγκοσμίως, προτίμησε τη δοκιμασμένη λύση της Ελλάδας και τώρα τρέχει να σωθεί από τα ιπτάμενα κέρματα των ανεγκέφαλων στο ΣΕΦ και αγωνίζεται σε γήπεδα-στολίδια όπως το κλειστό του Σπόρτιγκ, που ακόμα κουνάνε την μπασκέτα στις βολές. Σας παραθέτω τέλος τα στατιστικά του Σπανούλη για να κρίνετε και μόνοι σας τον "αδικηθέντα" παίχτη του ΠΑΟ και αν άξιζε αυτός κάτι παραπάνω στο ΝΒΑ.

6. Κώστας Κουφός (2008-σήμερα)
Ο Κουφός είναι η νέα μεγάλη ελπίδα των Ελλήνων για διάκριση στο ΝΒΑ. Επελέγη στο νούμερο 23 του draft το 2008 από μια πολύ συγκροτημένη και σκληροτράχηλη ομάδα, συνηθισμένη να πρωταγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο, τους Utah Jazz. Εκεί αγωνίστηκε πέρυσι για το πρώτο μισό της χρονιάς και λόγω των τραυματισμών των Carlos Boozer και Mehmet Okur πήρε μερικές ευκαιρίες. Στα λεπτά που έπαιξε ο Κουφός έδειξε αρκετά κομμάτια του ταλέντου του. Χαρακτηριστικά σας παραθέτουμε τα στατιστικά του Κουφού ανά 36 λεπτά, δείχνοντας έτσι πώς θα έπαιζε θεωρητικά ο Κουφός αν έπαιρνε περισσότερο χρόνο συμμετοχής.

Αυτά, ωστόσο, δεν κατάφεραν να τον κρατήσουν στην ομάδα καθώς οι Jazz ζητούσαν από τον Κουφό εκτός των άλλων να γίνει πιο δυνατός, να μπορεί να τα βάλει με τους θηριώδεις centers tου ΝΒΑ, να πάρει rebounds, να κάνει τάπες, να έχει περισσότερη ουσία και ενέργεια. Δυστυχώς ο Κώστας έφυγε λίγο νωρίς από το κολλέγιο και έτσι δεν είχε το χρόνο να ετοιμαστεί κυρίως σωματικά για τη δοκιμασία του ΝΒΑ. Πήγε, λοιπόν, στο D-League στη θυγατρική ομάδα των Jazz, τους Utah Flash. Εκεί αγωνίστηκε με επιτυχία και έχοντας πολύ καλές επιδόσεις. Μάλιστα, ανακλήθηκε από τους Jazz στα playoffs, αλλά δεν αγωνίστηκε καθόλου. Ο Κώστας, όμως, ευτυχώς μπολιασμένος με την Αμερικανική νοοτροπία δεν το έχει βάλει κάτω. Θέλει να πετύχει στο ΝΒΑ και για αυτό το λόγο κάθισε και δούλεψε αυτό το καλοκαίρι, γυμνάστηκε αρκετά και διαβάζουμε ότι έχει βάλει αρκετά κιλά μυς και ότι τη νέα χρονιά θα παρουσιαστεί πανέτοιμος να διεκδικήσει και αυτός ένα ρόλο στους Jazz. Ενθαρρύντικο στοιχείο αποτελεί και η ύπαρξη του Jerry Sloane στην άκρη του πάγκου, ενός από τους εμπειρότερους προπονητές του ΝΒΑ ο οποίος φημίζεται για τη διαμόρφωση των παιχτών του και την τελική μεταμόρφωσή τους προς το καλύτερο. Ευχόμαστε στον Κώστα Κουφό, λοιπόν, τα καλύτερα και θα ξενυχτάμε και πάλι για να τον παρακολουθούμε.
Για το τέλος σας επιφυλάξαμε μια έκπληξη. Μια προσωπικότητα που μάλλον ελάχιστοι (αν όχι κανένας) από εσάς θα γνωρίζουν. Πρόκειται ίσως για τον πιο πετυχημένο Έλληνα όλων των εποχών στο ΝΒΑ. Για έναν παίχτη που κατέκτησε πρωτάθλημα τόσο στο ΝCAA (κολλεγιακό) όσο και στο ΝΒΑ. Ποιος είναι αυτός?
7. Λούης (Lou) Τσιορόπουλος (1956-1959)
Ο Λου Τσιορόπουλος ξεκίνησε την καριέρα του από το κολλεγιακό πρωτάθλημα και τους Kentucky Wildcats. Εκεί υπό τις οδηγίες του θρυλικού προπονητή Adoph Rupp o Τσιορόπουλος πανηγύρισε την κατάκτηση του τίτλου του NCAA το 1951. Αποφοίτησε το 1953 από το Kentucky μαζί με τους Hall of Famers Franck Ramsey και Cliff Hagan. Επελέγη στο draft από τους Boston Celtics. Επέστρεψε, όμως, για μια χρονιά στο κολλέγιο μαζί με τους προαναφερθέντες όπου έπαιξε την κανονική περίοδο του κολλεγιακού πρωταθλήματος φτιάχνοντας μια πολύ καλή ομάδα, η οποία είχε ρεκόρ 25 νίκες και καμία ήττα (!). Οι κανονισμοί, όμως του NCAA Tournament, δεν επέτρεψαν στους απόφοιτους να αγωνιστούν στη συνέχεια του τουρνουά και έτσι το Kentucky αρνήθηκε να συμμετάσχει, γεγονός που πιθανότητα στέρησε από το Λου μια ακόμα διάκριση.

Στους Celtics αγωνίστηκε 3 σεζόν και κατέκτησε 2 πρωταθλήματα (1957,1959). Σας παραθέτουμε τα στατιστικά του Ελληνοαμερικανού, λοιπόν, που έβαλε και αυτός το χεράκι του στη θεμελίωση της δυναστείας των Celts στο ΝΒΑ, ακόμα και αν στις δύο σεζόν που στέφθηκε πρωταθλητής δεν αγωνίστηκε καθόλου στα playoffs. Τα πήγε σίγουρα καλύτερα, πάντως, από τους Έλληνες που ακολούθησαν την πορεία του στην αμερικανική λίγκα.

Αυτοί ήταν, λοιπόν, οι Έλληνες που πέρασαν στην απέναντι μεριά του Ατλαντικού. Δυστυχώς για εμάς βρήκαν το δρόμο της επιστροφής πολύ γρήγορα. Φυσικά, όλα τα παραπάνω είναι εικασίες και δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για το τι συνέβη στον καθένα στην Αμερική και κατά πόσο ταίριαζε αυτή στην ψυχοσύνθεσή τους. Θέλοντας, πάντως, να δώσουμε μια συμβουλή σε αυτούς που προτίθενται να αγωνιστούν στο ΝΒΑ στο μέλλον θα λέγαμε να κάνουν υπομονή, να δουλεύουν σκληρά, να κάνουν αυτοκριτική, να μη βρίσκουν δικαιολογίες για τις αδυναμίες τους και τελικά θα ανταμειφθούν. Αντί, λοιπόν, να λέμε για έλλειψη άμυνας στο ΝΒΑ (γιατί όλοι είδαμε πόσο καθαρή και αποτελεσματική άμυνα έπαιζε ο Σπανούλης), για ντόπινγκ (λες και ο Gasol, o Calderon, ο Nowitzki και τόσοι άλλοι αγωνίζονται σε διαφορετικές διοργανώσεις τα καλοκαίρια και δεν εξετάζονται για απαγορευμένες ουσίες) και όλα αυτά τα γραφικά, πρέπει να πούμε ότι απλά δε θέλουμε να συναγωνιστούμε με τους καλύτερους, να κοιτάξουμε τα λάθη μας, να αποτινάξουμε το δόγμα ότι δε μας ταιριάζει το ΝΒΑ και να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των προαναφερθέντων που καταξιώθηκαν στην Αμερική και κάθε καλοκαίρι μας κάνουν να παραμιλάμε με τις ικανότητές τους. Αν οι Έλληνες παίχτες πιστέψουν στον εαυτό τους, δουλέψουν σκληρά και κυνηγήσουν το όνειρο τους χωρίς να τα παρατήσουν στην πρώτη αναποδιά τότε δεν αμφιβάλλω ότι θα τα καταφέρουν και ποιος ξέρει, μπορεί κάποτε να' χουμε και εμείς το δικό μας Drazen, Kukoc, Sabonis, Gasol, το δικό μας all-star.
Θα ήθελα να αναφερθώ κυρίως στον V-Span καθ'ότι είναι αυτός που άξιζε τα περισσότερα.
ΑπάντησηΔιαγραφή(Κουφός είναι αμερικανοθρεμμένος και Τσιορόπουλος τον έμαθα.. προχτές!)
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι κορυφαίοι τότε Rockets ασχολήθηκαν τόσο μαζί του, ούτε και ότι ο Webber τον θεώρησε ανερχόμενο all-star. Ο Σπανούλης είχε χαρακτηριστικά που μπορούσαν να τον κάνουν κορυφαίο.
Το NBA όμως όντας αρκετά διαφορετικό, φένεται ότι ξενίζει ιδιαίτερα τους Έλληνες παίκτες, πόσο μάλλον της ευρύτερης αυτής γενιάς.
Οι παίκτες αυτοί μην ξεχνάμε ότι μεγάλωσαν στο απόγειο της Ελληνικής λογικής του φραπέ, του "ωχ αδελφέ", της σύνταξης στα 35. Της γενιάς του βολέματος.
Είναι οι Έλληνες που θέλουν Ελλάδα γιατί "πουθενά δεν είναι σαν εδώ" και άλλα τέτοια θλιβερά.
Δεν μπορώ να το αποδώσω πουθενά αλλού. Έλλειψη ταλέντου δεν υπήρξε, ο Φώτσης κάλλιστα θα μπορούσε να έχει καθιερωθεί. Πούντος; Προτίμησε Ρεάλ για να κάνει χαβαλέ με το Λάζο! Εγώ τουλάχιστον αυτό βλέπω και όχι τον ξερό επαγγελματισμό που καθιερώνει Ευρωπαίους στο ΝΒA.
Μόνο ο Γλυνιαδάκης πραγματικά προσπάθησε (ομολογώ το αγνοούσα και μπράβο του) αλλα το παιδί δεν είχε κάτι το πραγματικά ιδιαίτερο για να καθιερωθεί. Όπως είπες άλλωστε, περισσεύουν οι ογκώδεις αθλητικές φιγούρες στις ΗΠΑ.
Για τον Ρεντζιά δεν ξέρω πολλά να σχολιάσω, αλλα απότι φαίνεται ο πιο επιτυχημένος ήταν για τη μία χρονιά του. Για Jake απλά δεν σχολιάζω.
Πιστευω σε Kostas Koufos για το μελλον. Αντε να τον δουμε και με την εθνικη τον Αυγουστο. Στο 2k9 παντως ειναι τιγκατος off the bench :P
ΑπάντησηΔιαγραφήΚώστα Κούφος ρε άμπαλε :p
ΑπάντησηΔιαγραφήΤουμπάνιασε τώρα θα ανέβει.
Μας κούφανες!
ΑπάντησηΔιαγραφήeixame ton diko mas alla dystyxos den epaikse NBA... Nick Galis...
ΑπάντησηΔιαγραφή